Ο λόγος για τον οποίον οι διαπραγματεύσεις της χώρας έχουν τραβήξει τόσο είναι ότι όλες οι πλευρές είναι παράλογες με τον δικό τους τρόπο. Η Γερμανία, ο de facto πρώτος πιστωτής, αρνείται να προχωρήσει, αν δεν προχωρήσει και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, αν και ο διεθνής πιστωτής φέρνει ακόμα λιγότερα στο τραπέζι. Το ΔΝΤ επιμένει ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να κάνει τοξικές δεσμεύσεις προκειμένου να πετύχει τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ. Και ο ΣΥΡΙΖΑ αρνείται να μειώσει τις γενναιόδωρες συντάξεις ή να μειώσει το υπερβολικά υψηλό αφορολόγητο.
Το ερώτημα είναι ποιος θα υποκύψει πρώτος. Αν το ΔΝΤ κάνει πίσω, θα φανεί αδύναμο, αν όμως αποχωρήσει, τότε ο θεσμός θα φανεί σαν να μην ενδιαφέρεται για την Ευρώπη. Η Γερμανία θα έπρεπε να επιστρέψει στο κοινοβούλιό της για να λάβει νέα έγκριση για ένα ανανεωμένο σχέδιο διάσωσης της Ελλάδας -αίτημα ιδιαίτερα περίπλοκο σε μια εκλογική χρονιά.
Αυτό αφήνει την επόμενη κίνηση στον ΣΥΡΙΖΑ. Αν ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας πραγματικά αισθάνεται πως οι πιστωτές ζητούν υπερβολικά πολλά, τότε μπορεί να προκηρύξει εκλογές. Αυτό πιθανότατα θα έδινε την εξουσία στη Νέα Δημοκρατία, που ίσως θα μπορούσε να πείσει τους πιστωτές να τηρήσουν ηπιότερη στάση. Εξίσου, όμως, η νέα κυβέρνηση μπορεί απλώς να κληρονομήσει τα ίδια προβλήματα.
Οι επενδυτές δεν υποθέτουν τα χειρότερα. Τα δεκαετή ελληνικά ομόλογα αποδίδουν 7,1 ποσοστιαίες μονάδες περισσότερο από τους αντίστοιχους γερμανικούς τίτλους: αυτό το spread εξακολουθεί να είναι μικρότερο απ’ ό,τι ήταν τα τελευταία περίπου δύο χρόνια. Η σχετικά χαλαρή στάση της αγοράς έχει λογική, αν ο ΣΥΡΙΖΑ είτε κάνει πίσω, είτε φύγει από την εξουσία -τα δύο πιθανότερα σενάρια.
Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα θα μπορούσε να αποφύγει την άμεση χρεοκοπία. Όμως, σε μια χώρα που το ΔΝΤ εκτιμά ότι θα υποστεί διψήφια ανεργία «για αρκετές δεκαετίες», η όποια βραχυπρόθεσμη ανακούφιση δεν αποτελεί παρηγοριά.
euro2day.gr